Κείμενο κατευθυντήριων οδηγιών σχετικά με την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων με σκοπό την πολιτική επικοινωνία εξέδωσε η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα.
Όπως αναφέρεται στο σχετικό δελτίο τύπου, με το κείμενο αυτό επιχειρείται η επικαιροποίηση των ρυθμίσεων της Οδηγίας 1/2010, λαμβάνοντας υπόψη τις τροποποιήσεις στο άρθρο 11 του ν. 3471/2006, οι οποίες επήλθαν με το ν. 3917/2011, τις νέες τεχνολογικές εξελίξεις και κυρίως την ισχύ πλέον του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων.
Στο κείμενο αυτό εξειδικεύονται οι κανόνες για τη σύννομη επεξεργασία προσωπικών δεδομένων προς τον σκοπό της πολιτικής επικοινωνίας, η οποία πραγματοποιείται με ποικίλους τρόπους και σε οποιαδήποτε χρονική περίοδο, συμπεριλαμβανομένης της προεκλογικής, από πολιτικά κόμματα, βουλευτές, ευρωβουλευτές, παρατάξεις και κατόχους αιρετών θέσεων στην τοπική αυτοδιοίκηση ή υποψηφίους στις βουλευτικές εκλογές, τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τις εκλογές τοπικής αυτοδιοίκησης.
Ειδικότερα, στις κατευθυντήριες οδηγίες της Αρχής περιγράφονται οι κανόνες για τη σύννομη επεξεργασία προσωπικών δεδομένων μέσω τηλεφωνικών κλήσεων με ανθρώπινη παρέμβαση αλλά και με χρήση ηλεκτρονικών μέσων χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση (SMS, MMS, email, εφαρμογές ανταλλαγήςμηνυμάτων υπηρεσιών «της κοινωνίας των πληροφοριών», αυτόματες τηλεφωνικές κλήσεις με προηχογραφημένο μήνυμα και φωνητικά μηνύματα που αποθηκεύονται μέσω υπηρεσίας αυτόματου τηλεφωνητή).
Περαιτέρω, ενόψει των εκλογών για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και άλλων εκλογών στην ΕΕ που έχουν προγραμματιστεί για το 2019, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων (EDPB) εξέδωσε στις 13/3 τη Δήλωση 2/2019 σχετικά με τη χρήση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά τη διάρκεια πολιτικών εκστρατειών, στην οποία υπογραμμίζονται ορισμένα βασικά σημεία που πρέπει να γίνονται σεβαστά όταν τα πολιτικά κόμματα επεξεργάζονται προσωπικά δεδομένα κατά τη διάρκεια των εκλογικών δραστηριοτήτων.
Μεταξύ άλλων, σχετικά με τη συγκατάθεση υποκειμένου για πολιτική επικοινωνία, στις οδηγίες της ΑΠΔΠΧ αναφέρεται:
Συγκατάθεση υποκειμένου για πολιτική επικοινωνία
Η συγκατάθεση πρέπει να παρέχεται με σαφή θετική ενέργεια η οποία να συνιστά ελεύθερη, συγκεκριμένη, ρητή και εν πλήρει επιγνώσει ένδειξη της συμφωνίας του υποκειμένου των δεδομένων υπέρ της επεξεργασίας των δεδομένων που το αφορούν.
Η δήλωση της συγκατάθεσης, για να είναι νόμιμη, μπορεί να παρέχεται ως εξής:
(α) Η έγγραφη δήλωση συγκατάθεσης μπορεί να γίνεται μέσω της συμπλήρωσης ειδικού εντύπου, π.χ. κατά τη διάρκεια εκδηλώσεων ή στο πλαίσιο λειτουργίας των πολιτικών γραφείων των υποψηφίων βουλευτών κατά την προεκλογική περίοδο, το υποκείμενο των δεδομένων συμπληρώνει το έντυπο και το παραδίδει επί τόπου ή αποστέλλει το σχετικό έντυπο μέσω ταχυδρομείου ή τηλεομοιοτυπίας.
(β) Η ηλεκτρονική δήλωση της συγκατάθεσης μπορεί να πραγματοποιείται π.χ. μέσω της εγγραφής των υποκειμένων των δεδομένων σε ιστοσελίδα που διατηρεί ο υπεύθυνος επεξεργασίας, ή με τη συμπλήρωση ειδικού ηλεκτρονικού εντύπου και αποστολή του μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.
Σχετικά με τις προδιαγραφές νόμιμης δήλωσης της συγκατάθεσης ενός συνδρομητή ή χρήστη με ηλεκτρονικά μέσα για τη λήψη ηλεκτρονικής επικοινωνίας, στο πλαίσιο του άρθρου 11 του ν. 3471/2006, η Αρχή έχει εκδώσει την Οδηγία 2/20112 , στην οποία περιλαμβάνονται και αναλυτικά παραδείγματα. Στη περίπτωση που ο υπεύθυνος επεξεργασίας ζητά από νόμιμο αποδέκτη να προωθήσει πολιτική επικοινωνία σε τρίτα πρόσωπα ή απευθύνει μήνυμα σε νόμιμο αποδέκτη του οποίου τα στοιχεία του γνωστοποιήθηκαν από τρίτο πρόσωπο, τότε θα πρέπει να τηρούνται τα προβλεπόμενα από το άρθρο 8 της Οδηγίας 2/2011.
Ειδική περίπτωση: πολιτικό κόμμα – επικοινωνία – διαβίβαση σε μέλη
Για την επικοινωνία του πολιτικού κόμματος με τα μέλη του ή με τους «φίλους» που έχουν δικαιώματα μέλους σύμφωνα με τις διατάξεις του οικείου καταστατικού, η συγκατάθεση προκύπτει από τη γενική συγκατάθεση του μέλους να συμμετέχει στο πολιτικό κόμμα.
Το πολιτικό κόμμα επιτρέπεται να διαβιβάζει σε μέλη στοιχεία άλλων μελών ή «φίλων» προς το σκοπό της πολιτικής επικοινωνίας μόνον εφόσον η διαβίβαση αυτή προβλέπεται από το καταστατικό του κόμματος. Σε περίπτωση σιωπής του καταστατικού, απαιτείται η ειδική προς τούτο συγκατάθεση των μελών ή «φίλων» και τούτο διότι ένα μέλος δεν μπορεί να αναμένει ευλόγως ότι η συμμετοχή του σε ένα κόμμα, και η με τον τρόπο αυτό αποκάλυψη των πολιτικών του φρονημάτων, πρέπει να καθίσταται γνωστή σε άλλα μέλη, χωρίς να διατηρεί επαφή με αυτά.
Δείτε αναλυτικά τις κατευθυντήριες οδηγίες της ΑΠΔΠΧ.
Πηγή: lawspot.gr